Μεταφορά ασθενών στα άσυλα
Πολλοί εκπαιδευτικοί στις μέρες μας σπεύδουν να αποκτήσουν έναν μεταπτυχιακό τίτλο στη Ειδική Αγωγή όμως πόσοι αλήθεια από εμάς έχουμε έστω και λίγο εντρυφήσει στα βασανιστήρια στα οποία είχαν περιέλθει τα παιδιά, αλλά και γενικότερα τα άτομα με σωματικές και διανοητικές αναπηρίες στο σκοτεινό ιστορικό παρελθόν τη εποχής του Ναζισμού τη Γερμανία;
Το ερώτημα ίσως να φανεί περίεργο σε πολλούς από εσάς. Όμως κάποια πράγματα έχουμε χρέος να τα γνωρίζουμε προκειμένου να μην επαναληφθούν ποτέ άλλοτε τα ίδια λάθη. Στο άρθρο αυτό σας παραθέτω ένα απόσπασμα της πτυχιακής μου εργασίας με θέμα «Ναζισμός και Ετερότητα- Διερεύνηση των απόψεων των φοιτητών σχετικά με τις πρακτικές εξόντωσης στη Ναζιστική Γερμανία». Για να μην πολυλογώ, ας αφήσω τα ντοκουμέντα να μιλήσουν μόνα τους και να σας «αφηγηθούν» μία πιο σκοτεινή μα και πολύ καλά κρυμμένη περίοδο της ιστορίας, όπου «δράκοι» έβγαζαν «φλόγες» και ισοπέδωναν στο πέρασμά τους τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα και όχι δε θα σας αφηγηθώ κανένα παραμύθι αφού όσα θα ακολουθήσουν είναι πέρα για πέρα αληθινά:
To 1932 Θεσπίστηκε νόμος για τη στείρωση των διανοητικά αρρώστων στην Πρωσική κυβέρνηση. Σύμφωνα με τη ρήτρα 12 του νόμου για την πρόληψη των απογόνων με κληρονομικές ασθένειες, την οποία υπαγόρευσε ο εθνικός σοσιαλισμός στις 14 Ιουλίου του 1933. O νόμος μάλιστα από εθελοντική αρχή αντικαταστάθηκε σε εξαναγκασμό. Τα αποφασιστικά μέτρα επεκτάθηκαν και τα άτομα που έχουν συγγενή με κληρονομική ασθένεια έπρεπε να τα υποβάλλουν σε «στείρωση». Κληρονομικά άρρωστοι θεωρούνταν όσοι έπασχαν από νοητική υστέρηση, σχιζοφρένεια, μανιοκατάθλιψη, επιληψία, τυφλότητα, κώφωση και σοβαρή σωματική φυσική παραμόρφωση και όσοι έπασχαν από αλκοολισμό. Το άτομο μόλις διαγνωστεί έπρεπε να στειρωθεί, προκειμένου να μην εναντιωθεί από μόνος του στη στείρωση. Η στείρωση γινόταν τόσο σε νοσοκομείο, όσο και σε άσυλα, σύμφωνα με απόφαση που πάρθηκε στις 5 Δεκεμβρίου του 1933. Με αυτά τα μέτρα θα μειωνόταν και το ποσό που δαπανούσε τόσο το κράτος, όσο και η οικογένειά τους γι’ αυτούς. Περίπου 320.000 με 350.000 άνθρωποι πέθαναν πάνω στην επέμβαση, ενώ μάλιστα κάποιοι από αυτούς αποκτούσαν τραύματα σωματικά και ψυχικά από την επέμβαση από τα οποία υπέφεραν και μέχρι το τέλος της ζωής τους.
Σαν να μην έφτανε αυτό τον Σεπτέμβριο του 1934 ο Hitler συμβούλευσε τους ιατρούς του Ράιχ, όσες γυναίκες του Ράιχ είναι έγκυες και φέρουν άρρωστο έμβρυο με ανίατη ασθένεια ή αν ο πατέρας ήταν «άρρωστος», να τις υποβάλλουν υποχρεωτικά σε έκτρωση. Η διαδικασία αυτή ονομάστηκε «ευγενικός θάνατος». Στις 26 Ιουνίου του 1935 υποχρεώθηκαν να υποβληθούν σε διακοπή της κύησης στους πρώτους έξι μήνες της εγκυμοσύνης όσες γυναίκες «κουβαλούσαν» κληρονομικά και διανοητικά άρρωστα παιδιά. Αυτή η τροποποίηση του νόμου για την «πρόληψη των κληρονομικά αρρώστων απογόνων» έγινε στις 26 Ιουνίου του 1935.
Το χειρότερο όμως ήρθε με την θέσπιση του προγράμματος ευθανασίας για τα άτομα με ειδικές ανάγκες. Στις 1 Οκτωβρίου του 1939 ο διευθυντής Boyler και ο Dr Bradt πήραν την ευθύνη να επεκτείνουν το ιατρικό δυναμικό, προκειμένου με έναν θάνατο ελέου να «ανακουφιστούν» οι ασθενείς. Τα μέτρα αυτά υιοθετήθηκαν και στην Πολωνία στις 29 Σεπτεμβρίου του 1939 και στις 1 Ιανουαρίου, 4.000 διανοητικά ασθενείς δολοφονήθηκαν σε άσυλα στο Bromberg. Τον Οκτώβριο στην Πομερανία συνεχίστηκαν τα εγκλήματα υπό τον Franz Schedecoburg. Τον Δεκέμβριο του 1939 και την 1η Ιανουαρίου του 1940 οι Ειδικές κομάντο δολοφόνησαν με αέρια 1.558 ασθενείς σε Πολωνικό Άσυλο. Το επίσημο πρόγραμμα Ευθανασίας οργανώθηκε από τον Hitler. Η υπηρεσία «Reich Association of Asylums», όπου περιλαμβάνονταν από το Columbus –Haus και το Tiergardenstrasse 4, αποτέλεσε το δυναμικό για τη δράση Τ-4, όπου ήταν το όνομα κωδικός για να περιγράφονται τα άσυλα ως ξενοδοχεία. Τα άσυλα ήταν τα εξής: Grafeneck, Hadamar, Benburg, Brandenburg, Hartheim, Sonnenstein. Αυτά χαρακτηρίζονταν από τεχνική τελειότητα. Είχαν ελεγμένα μηχανήματα και επαρκή νοσηλευτικό προσωπικό.
Οι άνθρωποι, που εισάγονταν σε αυτά τα άσυλα, περνούσαν πρώτα από ιατρική εξέταση, φωτογραφίζονταν και θανατώνονταν στους θαλάμους αερίων ξεγελώντας τους ότι πήγαιναν για ντουζ, καθώς έμοιαζαν με ντουζιέρες. Κάποιοι θανατώνονταν στα βαν στα οποία διοχετευόταν μονοξείδιο του άνθρακα, που απελευθερωνόταν στο εσωτερικό από έναν ειδικό σωλήνα. Οι σωροί των νεκρών αποτεφρώνονταν στα κρεματόρια. Στους συγγενείς έφταναν ψευδείς πληροφορίες ότι έφταναν υγιείς. Μετά από λίγο καιρό τους ανακοίνωναν τον θάνατο αυτών, ο οποίος οφειλόταν πάντα σε φυσικά αίτια. Τα μέτρα για την Ευθανασία σύντομα έγιναν ένα ανοιχτό μυστικό.
Η Προτεσταντική εκκλησία με το Πάστορα Paulo Braune τάχθηκε εναντίον του προγράμματος και το κατέκρινε πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας. Είχαν αντιληφθεί την κατάσταση, όπως και πολλοί άλλοι, εξαιτίας του μυστηρίου, που περιέβαλε αυτούς που πέθαιναν. Δημιουργήθηκαν όμως στρατόπεδα συγκέντρωσης για την εκπόνηση του προγράμματος, παρά τις αντιδράσεις της προτεσταντικής εκκλησιάς. Στις 24 Αυγούστου του 1941 ξεκίνησε το επίσημο πρόγραμμα και 20.273 άτομα θανατώθηκαν την 1η Σεπτεμβρίου του 1941 σύμφωνα με το πρόγραμμα Τ-4 . Από 282.694 κρεβάτια τα 93.251 άδειασαν στο άσυλο, καθώς αυτοί δολοφονήθηκαν με δηλητηριώδη αέρια υπό το πρόγραμμα περί ευθανασίας.
Το κακό κορυφώθηκε όταν ο ιατρός Kneuer το 1938-9 πρότεινε την ευθανασία στα παιδιά που βρίσκονταν στην κλινική στο Πανεπιστήμιο του Leipzig. Οι καθηγητές Heinze, Werner, Castel, Ernst και Wenzier έπρεπε να βάλουν ένα «+» ή ένα «-», αν το παιδί έπρεπε να ζήσει ή να πεθάνει. Στις παιδιατρικές κλινικές αποφάσιζαν ποια παιδιά έπρεπε να ζήσουν και ποια όχι. Το πρόγραμμα αυτό έχει βασιστεί σε ψυχιάτρους και νευρολόγους, που συνιστούσαν τις ανατομικές και ιστορικές διαβαθμίσεις, που έπρεπε να γίνουν. 52.000 παιδιά θανατώθηκαν κατά τη διάρκεια του προγράμματος Ευθανασίας.
Οι δολοφονίες συνεχίστηκαν και μέχρι το τέλος της διοίκησης του Hitler. Επιπροσθέτως, χρησιμοποιήθηκαν και άλλοι μέθοδοι, όπως ασιτία με τη δίαιτα από φλούδα πατάτας και λάχανο χωρίς λίπη ή χορήγηση θανατηφόρων ενέσεων και χαπιών. Καινούργια κέντρα εξόντωσης άνοιξαν στο Meseritz και στο Obrawalde κοντά στην Φρανκφούρτη. Οι δολοφονίες συνεχίστηκαν και σε επίπεδο των παιδιών, «Πρόγραμμα παιδικής ευθανασίας». Σύμφωνα με μία μαρτυρία μίας γυναίκας, τους έπαιρναν τα παιδιά με τη βία από τα χέρια, τα ξάπλωναν σε κρεβάτια ή τραπέζια και τους έκαναν μία ένεση για να κοιμηθούν. Έπειτα, ξυπνούσαν από υπερβολικούς πόνους και στο τέλος πέθαιναν. Στη συνέχεια, τα μετέφεραν στο δωμάτιο του μπάνιου νεκρά. Τέλος είναι σημαντικό να σας πληροφορήσω πως η τελική λύση στο Εβραϊκό πρόβλημα ήρθε δεύτερη μετά την εξόντωση ενός ασύλληπτου αριθμού ψυχικά αρρώστων.
Μαρία Καρακούση
Εκπαιδευτικός Δημοτικής Εκπαίδευσης